Δέ λογαριάζω οὐδέ ψηφῶ κανένα τῶν ἀνθρώπων
ἐγὼ για τάχος τῶν ποδιῶν ἢ δυναμιοχεριὰ
κι ἂν ἔχη τήν κορμοστασιά καὶ τὴ γροθιὰ Κυκλώπων,
μὰ κι ἂν νικάη στὸ τρέξιμο τῆς Θράκης τὸ βοριά.
Κι ἄν ἔχη ἀπὸ τὸν Τιθωνό πιότερα τοῦτος κάλλη
και ἀπὸ τὸν Μίδα τὸν πολὺ πιὸ πλούσιος ἂν γενῆ
κι ἄν ξεπερνάη τὸν Πέλοπα στήν ἀρχοντιὰ τήν ἄλλη
κι ἄν ἔχη τή γλυκόλαλη τ’ Ἀδράστου τή φωνή.
Κι ἂν ἔχη πᾶσα χάρη του: χωρὶς λεβεντιά ντάχη!
Γιατὶ ἄντρας τοῦτος δέν εἶναι -τοῦ κάκου ἂν δέν μπορή
-τοὺς ματωμένους σκοτωμούς νά βλέπη μὲς στὴ μάχη
καὶ στὸν ἐχθρὸ ὅλο πιὸ κοντὰ νὰ πάη καἰ νὰ βαρῆ !
Νά, τούτη εἶν’ ἡ παλικαριά, τ’ ἀτίμητο στεφάνι,
π’ ἀξίζει πρῶτα νά φορῆ στὸν κόσμο κάθε νιὸς,
γιατὶ καὶ τῆς Πατρίδος, του καὶ ὅλων καλὸ θά κάνη,
σὰν προσπερνᾶ ἀπό τὶς γραμμές καὶ μπαίνει ἐμπρὸς ἐμπρός.
Καὶ ντροπιασμὲνο τί θὰ πῆ φευγιὸ μηδέ τὸ ξέρει
κι ὅλη του βάζει τὴν ψυχή ἐκεῖ καὶ τό θυμό
καὶ δίνει τοῦ συντρόφου του θάρρος πολύ καὶ χέρι.
Αὐτὸς εἶναι στὸν πόλεμον ὁ ἄντρας ποὺ τιμῶ !
Τῶν ἀντιμάχων γρὴγορα τοὺς λόχους θὰ σκορπίση,
αὐτὸς τῆς μάχης σταματᾶ τὸ κύμα, τὴν ὁρμή.
Κὶἰ πάλι ὅποιος ἀνάμεσα στοὺς πρώτους ξεψυχήση,
κὰμάρι τῆς πατρίδος του καὶ τῶν γονιῶν τιμή . . .
Τυρταῖος ὁ Ἁφιδναῖος Μετάφρασις Σίμου Μενάρδου
Golden Age-1898 by Janos Vaszary